Новогреческий словарь
πολυκαιριά
πολυκαιριά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολυκαιριά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τελεύω
—
αποκλειστικός
—
ατεζάριστος
—
καταβαίνω
—
σελωτός
—
καλαποδάς
—
καταδολιευτικός
—
παρθεναγωγείο
—
αλατίζω
—
ηλεκτροποιώ
—
μόλυνση
—
αλειμματοδοχείο
—
γιγαρτώδης
—
ξυλαγκάθα
—
απότηξη
—
Τυρινή
—
μόρτικος
—
ξέπεσμα
—
αρραβωνιάρης
—
αιμάτωση
—
ακαριαίως
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω