|
η мед. онемение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово онемение? — αιμωδία как с (ново)греческого переводится слово αιμωδία? — онемение — αφέψηση — εφάπτομαι — ριζά — παλληκαράς — καμπυλόγραμμος — δικτυοποιός — ακουμπιστός — ξομολογιούμαι — υμενοειδής — τοκοχρεολυτικός — πετρογραφικός — βρέμα — λιτανεία — δεκαρολόγος — βόλιση — αξιοσύνη — λάμια — σταχτύς — αγγαρεία — παραπεμπτικός — ένζυμον |
|||