|
ο игрок на лютне #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово игрок на лютне? — λαγουτάρης как с (ново)греческого переводится слово λαγουτάρης? — игрок на лютне — ξεκαπιστρώνω — δίκωχος — αναμάρτητος — λουχτουκιώ — χρήστης — αποκρικώνω — αμοιβαδοκτόνο — κανάτας — κτηνίατρος — αιματόξυλο — ολομέλεια — κύφωμα — αποφοσισμένος — κουτρουβαλάω — στωμυλία — βιαιοπραγώ — τούρκα — ψυχαναλυτικός — νεφρό — γεροντόπαχα — οκναμάρα |
|||