Новогреческий словарь
γίγαρτον
γίγαρτον
το (чаще мн.ч. )
косточка плода
(особенно виноградная)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
косточка плода
? —
γίγαρτον
как с
(ново)греческого
переводится слово
γίγαρτον
? — косточка плода
#
(ново)греческий словарь
—
εφταπάρθενος χορός
—
καταδρομεύς
—
ακούμπημα
—
ζυθοζύμη
—
μαθητόκοσμος
—
ασκαθάρι
—
ευθυγράμμίση
—
αφιέρωμα
—
κωλόπαιδο
—
νυφίας
—
πολεμίστρα
—
καλοκαιριάζει
—
μηχανοκατασκευαστής
—
Λονδίνο
—
μετάνοιωμα
—
ελαφρόγιομος
—
μαγνητοφώνηση
—
γλυκοκάλαμο
—
διαλεκτός
—
μονοκατοικία
—
μετρικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве