|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βουρκωμένος? — — ηλεκτροβιολογία — γκρεμά — παρένθετος — ψυχρομετρικός — κατακλείδι — χαβούζι — δουρβάνα — προλετάρισσα — αυτοεξευτελισμός — γλυκοκοιμώ — μητρυιά — χαλκοφόρος — πεντηκοστιανοί — ανεμαζώχτρα — παστεριώνω — ειμή — σταχολόγημα — καλομοίρης — αντιστοίχως — σουπέρνω — εντειχίζω |
|||