Новогреческий словарь
βουρκωμένος
βουρκωμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βουρκωμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ενσταύλιση
—
τρέφομαι
—
αιτιολόγηση
—
φλεβαριάτικος
—
σκαφή
—
υδάτωση
—
παραμυθιάζω
—
μαζωχτής
—
αναισθησιολόγος
—
ποδαράκι
—
μονόλεφτος
—
ξερνάω
—
ξεκουράζω
—
τραχειοβρογχίτιδα
—
επανεξετάζω
—
ζυμομύκης
—
κλιμακηδόν
—
ελευθέρωση
—
στημονιάζω
—
πιγκώνω
—
σκότα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω