Новогреческий словарь
κλάσμα
κλάσμα
το мат.
дробь
;
δεκαδικό ~ — десятичная дробь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дробь
? —
κλάσμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
κλάσμα
? — дробь
#
(ново)греческий словарь
—
αφροδισιολογία
—
υποκρισία
—
δυσπερίγραφος
—
προσκλητήριο
—
εκχυδαΐζομαι
—
αποσκελετώνω
—
αναφουφούδιασμα
—
βαθουλός
—
αγκωνούλα
—
βύθος
—
απόκαμμα
—
επωαστήρ
—
ερωτόπλαστος
—
χονδρός
—
φύλλιασμα
—
απομεινάδι
—
μαλακωσιά
—
βύρσα
—
κυκλοτερής
—
βύσσινο
—
άπατα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве