|
мор. суши вёсла! #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово суши вёсла!? — ωόπ! как с (ново)греческого переводится слово ωόπ!? — суши вёсла! — αποθέσιμος — παγοποιός — αργιλικός — στυλοβάτης — αδελφοποιητή — δωδεκασύλλαβος — πάστρεμα — κοκκώδης — ολοκληρωτικά — ραδιοεπαφή — τές — ασύλληπτος — μεταλλοχημεία — υπερεπαινώ — αλλοιθώρισμα — διαβάθρα — διαστρεβλωτής — μυθιστόρημα — παραλογιστικός — αργοκινάω — ανοικτόχρους |
|||