|
η поэт. златокудрая (женщина) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово златокудрая? — χρυσομάλλούσα как с (ново)греческого переводится слово χρυσομάλλούσα? — златокудрая — τρίκρανο — σιαγόνα — τραύμα — καραγκούνισσα — σπίζα — λόγος — αρεστά — κουκουλλώνω — μύχιος — ελεφαντουργία — σακκουλήσιος — αραιά — ασχημάτιστος — εύορκος — φιλόγυνος — αναγωγικός — φωτοάλμπουμ — αμμοχαλικόστρωτος — ανοιχτός — ψαραγκάθι — σαστισμάρα |
|||