κυπραίϊκ|ος

формы словаβ
κυπραίϊκ|ος
кипрский;

===
          ~αίϊκο γαϊδούρι — нахал



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово кипрский? — κυπραίϊκος
как с (ново)греческого переводится слово κυπραίϊκος? — кипрский


διαρρηγνύωαμυσταγώγητοςντοκουμεντάρομαιζωγραφικόςμαχμουρλίδικοςκηλίμισκεπτικίστριαζυθοζύμηφυσικήπεντανόστιμοςασθματικόςραδιοεπαφήανεπίστρεπταμοσχοβίτηςανδροκρατίαεναντιολογίαδουλικόςσυσταίνωήσυχαανυπομονησιάεπιλαρχία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit