|
, μήγαρι(ς), μηγάρι(ς) μόριο разве, неужели; ~ είμαι... — [phrase]разве я...[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разве? — μήγαρ как на (ново)греческом будет слово неужели? — μήγαρ как с (ново)греческого переводится слово μήγαρ? — разве, неужели — πνευμονορραγία — σχοινόπλεκτος — αυχενικός — ξεχέρσωμα — ομόφυλος — νεκροφόρα — αβιογένεσις — θαλασσογενής — φθειρίαση — εβδομηκοντοετία — αριστοκρατίζω — αντιλέγω — εμβολίζω — κερδώ — αγωνιστική — καταδικαστέος — παντόρφανος — ιεροδιδάσκαλος — σκουντουφλιάζω — χολοδόχος — αποπερατώνομαι |
|||