εμπορείο

формы словаβ
εμπορείο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εμπορείο? —


σταυροπόδιπολιτικοοικονομικόςειδήμοναςβίοςχιονοβροχήγεντέκινευροπληξίαφτύμααβάκιονωσείδιευκρινιστικόςπροφυλακτήραςμοσχοπουλάωχοχλάκιασμαδορκάδιολείαντρονγαστριμαργικόςαρχιτεχνίτηςαγαύησυμπιεστήςκομπορραχιά




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit