|
гетсрогамный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гетсрогамный? — ετερόγαμος как с (ново)греческого переводится слово ετερόγαμος? — гетсрогамный — ρυμουλκατζής — σκολιότης — φωτοστεφανωμένος — μπρατίμι — διάτανος — επταετής — φροντιστής — μπαγκέτα — μωρή — ιλιγγιώδης — δάφνινος — αγραμματοσύνη — μαθηματικά — προσθετέος — τόρμος — καμίνευμα — γραπατσώνω — ξυλουργώ — δοκησίσοφος — εμμελώς — οφειλέτης |
|||