|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θεοσεβούμενος? — — αγιογραφώ — συμπλέκτης — κωνικός — εκείνος — σχιζοειδής — τοπογραφικός — σαλικυλικός — χόρτο — ζωολάτρισσα — συγχωρητήριος — συνειρμός — Αποσπερίτης — εβραϊστί — ανδράδελφη — μιλιούνι — εύτηκτον — φυτώριο — εχτύπωση — μπροστάρης — βρισιά — παζάρεμα |
|||