|
το подковывание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подковывание? — καλίγωμα как с (ново)греческого переводится слово καλίγωμα? — подковывание — αρχαίος — γύμναστρα — εγκαρδιακός — αργοκερήθρα — αυταρχικός — ποδηλατίστρια — άθροιση — περίτεχνος — θρονιάζομαι — δεκατόμετρο — αψινθισμός — δεντρόκηπος — Πορτογαλλίδα — εκδίωξη — ραβδωτός — κοσμικός — ανάρριμμα — παιδιακίζω — ξυλοφαγάς — ξεμύγιασμα — εικόνισμα |
|||