|
η анат. нуклеин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нуклеин? — πυρηνίνη как с (ново)греческого переводится слово πυρηνίνη? — нуклеин — ωροσκόπος — αφόντας — άφρων — ασκιάστος — σχολιάζω — ελεγκτός — ηπατέλαιον — τραχειοβρογχικός — φιλελληνικός — κρικωτός — ακαρίαση — γυμνόφυλλος — κοπετός — στιλβωτής — ζεστός — πηγαινοφέρνω — ετοιμόλογος — παζαρλίκι — κοσμιότητα — στειροβότανο — επιτύμβιο |
|||