|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τεσσερισήμισι? — — χανσενικός — αλλομα — αδιαφιλονείκητος — διορθώνω — άρθηκας — εκτελεστός — λιποτακτώ — ντουγρού — ξεγέννημα — μοιχεύω — λαγουμιτζής — συσπείρωση — ψωροπερήφανος — πανσπερμία — ασπροντύνομαι — πλημμελής — συλλυπητήριο — στασιμότητα — πασσάλωση — αχνός — κολλέγιο |
|||