Новогреческий словарь
δισεγγόνα
δισεγγόνα
η
правнучка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
правнучка
? —
δισεγγόνα
как с
(ново)греческого
переводится слово
δισεγγόνα
? — правнучка
#
(ново)греческий словарь
—
κατσικοπόδης
—
κονσόλα
—
πλησμονή
—
εμψυχωτικά
—
σημασιολογικός
—
φεσώνω
—
κακόστομος
—
αντιμέτωπος
—
παράγων
—
εξαγωγεύς
—
ενθυμούμαι
—
δορυφορικός
—
σμυριδόκονις
—
περιλαβαίνω
—
αποξεχάνω
—
βληταγωγός
—
ακροβολιστά
—
νειάτο
—
παραπίνω
—
ορνιθοπάζαρο
—
ευρετίκια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве