Новогреческий словарь
διόρραχο
διόρραχο
το
гребень
(горы)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гребень
? —
διόρραχο
как с
(ново)греческого
переводится слово
διόρραχο
? — гребень
#
(ново)греческий словарь
—
ανάβραστος
—
ξηγιέμαι
—
ασυνάφεια
—
σιδηρόδετος
—
μελιτζανοσαλάτα
—
ασημόχωμα
—
υδραργύρωμα
—
εβδομηκονταετηρίδα
—
αναιδής
—
χωριατοσύνη
—
αεροστεγώς
—
λιθόβλητος
—
αρνάκι
—
σοκολατής
—
κρεατοπουλειό
—
ικανοποιητικά
—
θεαματικός
—
χαράκτηρίζω
—
αναφαγιά
—
διάπραξη
—
τετράπους
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве