Новогреческий словарь
πραγματιστής
πραγματιστ|ής
ο 1) филос.
прагматист
;
2)
реалист
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
прагматист
? —
πραγματιστής
как на
(ново)греческом
будет слово
реалист
? —
πραγματιστής
как с
(ново)греческого
переводится слово
πραγματιστής
? — прагматист, реалист
#
(ново)греческий словарь
—
βιντεοκάμερα
—
αποτινάζω
—
Βλάχικα
—
τσιμπούσι
—
ευκολοπλησίαστος
—
νομιμοποίηση
—
αυτοεπίδειξη
—
γλιγουδιάρης
—
τίθημι
—
καρβουναποθήκη
—
έλξη
—
μελοδραματικός
—
αμόλεφτος
—
αρρενοφυής
—
μπετονόκαρφο
—
προπύργιο
—
κοσμολογικός
—
απρόστακτος
—
ντροπαλά
—
δισκίο
—
χαρουπόψωμο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве