Новогреческий словарь
μακαριώτατος
μακαριώτατ|ος
ο
святейшество
(титул)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
святейшество
? —
μακαριώτατος
как с
(ново)греческого
переводится слово
μακαριώτατος
? — святейшество
#
(ново)греческий словарь
—
νεκρόδειπνος
—
ευρύγναθος
—
πρωτόνιο
—
διαμαντοκόλλητος
—
απομυζώ
—
χρυσόψαρο
—
Φράγκα
—
ανοικτιρμοσύνη
—
βαθαίνω
—
αμφιδετώ
—
βακτηριακός
—
πίνακας
—
μεταπλαστός
—
τραυματιοφορεας
—
αγναντώ
—
πλατυ-
—
άσεβος
—
μάστορης
—
φυλλόροια
—
εισποιητός
—
θαλασσασφάλεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве