Новогреческий словарь
δραματοποιημένος
δραματοποιημένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δραματοποιημένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
επιθάνατος
—
αστραποπελέκι
—
πεντακόσια
—
αντεξεγείρω
—
διατήρηση
—
ρωποπώλης
—
έγγιστος
—
καταρροπαίνω
—
τυφλοπόντικο
—
συνοδεύω
—
επανασυζήτηση
—
οπλοφόρος
—
κακουργία
—
τάσσω
—
αργυρώδης
—
υδατοσφαίριση
—
ιπποτροφείο
—
αβδελλωκόκκαλο
—
ενιώδιος
—
γρύλλισμα
—
εξοικονομώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве