|
ο торговец кожей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово торговец кожей? — δερματέμπορος как с (ново)греческого переводится слово δερματέμπορος? — торговец кожей — φυλακίζομαι — καταβυθίζομαι — πεντηκονταπλασιάζω — ξινόγαλα — διατιμητής — κανακάρης — διστακτικά — ζυγωματικός — ανοίκιαστος — αλλοτροπισμός — γοργοκινησιά — ασπροσίτι — διακόσιοι — κυρίευση — λυχνοπέτης — χαρτοπαικτικός — πυκνοκατωκημένος — μαραζιάρα — ανεξαρτησία — αράσβολος — Κύκλωψ |
|||