Новогреческий словарь
μιλλι-βόλτ
μιλλι-βόλτ
το
милливольт
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
милливольт
? —
μιλλι-βόλτ
как с
(ново)греческого
переводится слово
μιλλι-βόλτ
? — милливольт
#
(ново)греческий словарь
—
ελεεινότητα
—
λαβώνομαι
—
εμβρυοφθόρος
—
ευκολύνω
—
εφαρμοστά
—
εμβόλιμος
—
εκχωματίζω
—
επικαρπία
—
φαγώσιμος
—
δεκατιστής
—
καλαμίδι
—
γενναιοδωρία
—
ακροδυνία
—
απόσταγμα
—
ανηφορικός
—
αλεποουρά
—
αρχοντονιά
—
καζαντίζω
—
βιβλιογνώστρια
—
θηριώδης
—
υπνολάλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве