Новогреческий словарь
περίοικος
περίοικ|ος
соседний
;
οι ~οι — соседи
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
соседний
? —
περίοικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
περίοικος
? — соседний
#
(ново)греческий словарь
—
αγκιστρώδης
—
σπονδή
—
χρηματοφυλάκιο
—
προφυλακτικός
—
αποχαρακώνω
—
πολυμέρεια
—
αρρώστια
—
πολυγωνικός
—
συνείρω
—
σφυρηλατώ
—
εποστρακιστικός
—
σχολείο
—
σπεσιαλιτέ
—
κηρύσσω
—
αρματολόμπασης
—
αποκαρδισμός
—
συχωρεμένος
—
διψερός
—
δανειοδοτικός
—
βλητός
—
τσουβάλι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве