Новогреческий словарь
διπλασιασμένος
διπλασιασμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διπλασιασμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πτύσσω
—
αεροβική
—
καζαμίας
—
εισαεί
—
συμπαθής
—
ξυλομετρική
—
χλοΐζω
—
ξαίνιο
—
απόμαχος
—
διαβιώ
—
άργεμον
—
κόφτρα
—
Τουρκά
—
μασκάρεμα
—
ιππόδρομος
—
βοσκάρια
—
ψαλτικά
—
βραδύφλεκτος
—
ηγεμονία
—
σκαριφίζω
—
ξινήθρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве