Новогреческий словарь
συνδεσμολογία
συνδεσμολογία
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνδεσμολογία
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μανιώνω
—
καλαμάρι
—
βαθιονόητος
—
βούλιασμα
—
αλληλασφαλιστικός
—
μεσιακάρης
—
απογειώνομαι
—
γκαβώνω
—
οδηγισμός
—
διαπεραιώνομαι
—
γραφομανής
—
αναφέρομαι
—
αραποσίτικος
—
εκμαίνομαι
—
πενθερά
—
αεροδρομικός
—
καφετέρια
—
λιγυρός
—
ακατάρτιστος
—
θρύψη
—
ευπρόσβλητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве