|
разрушенный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разрушенный? — γκρέμιος как с (ново)греческого переводится слово γκρέμιος? — разрушенный — τεχνουργείο — αυτοτομία — νυφιάτικος — μερσίνι — παρέλκω — αγαθιόρης — απατίκωτος — στουπώνω — πριτσινώνω — σιγοσβήνω — σκληροκέφαλος — πυρολάτρης — θαμπός — ανασυντασσόμενος — μούλα — μοσχοβίτικος — εκσπερματισμός — χρυσόλαμπος — πλήρωσις — θωπευτικά — ακαρτερώ |
|||