Новогреческий словарь
ήγαγον
ήγαγον
αόρ. от άγω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ήγαγον
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αμπελοειδή
—
χωριατεύω
—
καταβόθρα
—
γουμένισσα
—
φουρνίρισμα
—
γκαλάντης
—
πρωτόπολη
—
νοησιαρχικός
—
αξάφνιαστος
—
σκεπαστά
—
συκοφάγος
—
υάκινθος
—
αυθαδόμουτρο
—
σάτιρα
—
δεντροστολίζω
—
λιγύφθωνος
—
κεραμιδοκάμινο
—
σύγχυση
—
γεννητός
—
καπνοσωλήνας
—
κρυφτούλι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве