|
η кизил (дерево) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кизил? — κρανέα как с (ново)греческого переводится слово κρανέα? — кизил — προειδοποιούμαι — ανεμορρούφουλας — ανταρτόπληκτος — αμοιβαδικός — πανσοβιετικός — κριθάρι — βέβαια — ομιχλώδης — ψυχόπιτα — αξιότιμος — ξιπάζω — εξαπατώ — ραιγιόν — λιπολυσία — αναδεξιμιά — μόρος — συνορίζομαι — ολμοστοιχία — κλαδερός — πατσίτσες — οικολόγοι |
|||