|
το физ. магнетон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово магнетон? — μαγνητόνιο как с (ново)греческого переводится слово μαγνητόνιο? — магнетон — βουτυροπωλείο — ανάβραση — εκζεματικός — αληθομανία — βολτάρω — άλειπτρο — ξυλόστρωτο — ξαπλωταριά — νυστεριά — μακαρονοποιία — ανέλκω — ανάκραγμα — υποεπιτροπή — λημέρι — αρνί — Σλαύος — φυτεία — κωπηλατώ — οξύαυλος — ξενύχτισμα — διεκπεραιωτής |
|||