Новогреческий словарь
εκρηκτικότητα
εκρηκτικότητα
взрывоопасность
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκρηκτικότητα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
φλογερότητα
—
αποσχηματισμός
—
γλεντίζω
—
πετάω
—
αρτόδεντρο
—
αμμωνίτις
—
υποδηματοπώλης
—
ζίζυιρον
—
οσμανικός
—
σκύμνος
—
ανανεάζω
—
ασυμπτωματικός
—
αντίσταση
—
κιγκαλερία
—
άσβόλη
—
μακιαβελλικός
—
κουλουριασμένος
—
αλυσοδεμένος
—
ηώκαινος
—
θεμελιακός
—
όγκωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве