|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συμπαραστάτρια? — — απαρασάλευτος — προπομπός — φρενολογικός — φιλιωτής — οπερέττα — κουκούλλι — ανάρρους — ανηθόσπορος — κομματισμός — κεντάω — αυγωμένος — οσφρητικότης — κριθάλευρο — τεχνάζομαι — πήρωση — αγοράστρια — λαθρακουστής — διαπληκτίζομαι — επιτίμια — παραφυλάσσω — ανταλλάξιμος |
|||