Новогреческий словарь
υπόγειος
υπόγει|ος
подземный
;
~ (ηλεκτρικός) σιδηρόδρομος — подземная железная дорога, метрополитен
;
~ πλούτος — подземные богатства
;
~ες δοκιμές — подземные испытания
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
подземный
? —
υπόγειος
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπόγειος
? — подземный
#
(ново)греческий словарь
—
καθολικός
—
χαλυβδωμένος
—
εγκλιματίζομαι
—
διασάλευση
—
ξηροκαμπία
—
ξεφόρτωτος
—
φαρμακογενής
—
ακουρμάζομαι
—
αμεταποίητος
—
σιρόπι
—
αλυσωτός
—
τρισκατάρατος
—
αργυροπέταλος
—
ερωτοκτυπημένος
—
σπιριτουαλισμός
—
ένωση
—
σαχλαμαράκιας
—
αχρηστεύω
—
κασταννά
—
μεριδίτσα
—
ξελιγοθυμώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве