Новогреческий словарь
τρίκροτο
τρίκροτο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τρίκροτο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γραφικότητα
—
εξωγκωμένος
—
ψηφοφόρος
—
νύκτωρ
—
μουστερής
—
χασμουρητό
—
συστράτευση
—
χριστεπώνυμος
—
σινάφι
—
λιμενεργάτης
—
βιώσιμος
—
φυσιογνωμία
—
χαλνκόστρωση
—
βυρσοδεψικός
—
στενογραφικά
—
φελλωτός
—
γλυκοφέγγω
—
έκσταση
—
παραμπαίνω
—
ματοκύλισμα
—
καταστάμενος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве