Новогреческий словарь
κουτσομάγαζο
κουτσομάγαζο
το
убогая лавчонка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
убогая лавчонка
? —
κουτσομάγαζο
как с
(ново)греческого
переводится слово
κουτσομάγαζο
? — убогая лавчонка
#
(ново)греческий словарь
—
κομπωτός
—
αόριστος
—
οία
—
ηλεκτροσυγκόλληση
—
δανείζω
—
διαυγής
—
αποστράτευση
—
αρκουδόγουνα
—
παραγυιός
—
ισχιαλγία
—
ακαλαφάτιστος
—
δίκωχος
—
αβούλιαχτος
—
τρίχινος
—
μισθοδοτικός
—
μήλιγγας
—
βιβλιογνωστικός
—
πλημμελώς
—
ψυχολογικός
—
αποσαρκώνομαι
—
άλειμμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω