Новогреческий словарь
εμβιβάζομαι
εμβιβάζομαι
грузиться; садиться
(на транспорт)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
грузиться
? —
εμβιβάζομαι
как на
(ново)греческом
будет слово
садиться
? —
εμβιβάζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμβιβάζομαι
? — грузиться, садиться
#
(ново)греческий словарь
—
γαλβάνωση
—
στασιμότητα
—
κολλούρα
—
οιδαλέος
—
ψευδότιλος
—
σπλάγχνο
—
σαββατογεννημένος
—
Αιγόκερως
—
χρυσαφένιος
—
αγδίκιωτος
—
αναγνωστήριο
—
θερμαγωγός
—
στολαρχία
—
νεοσύλλεκτος
—
αναμισθωτήριον
—
τηλεγραφόξυλο
—
υπέρπλουτος
—
λιθοχαράκτης
—
γιορτολόγημα
—
φροντίδα
—
λυκόφως
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве