|
το мед. ангиограмма, артериограмма #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ангиограмма? — αγγειογράφημα как на (ново)греческом будет слово артериограмма? — αγγειογράφημα как с (ново)греческого переводится слово αγγειογράφημα? — ангиограмма, артериограмма — κουμπάρα — αρνιστής — ολμοστάσιο — μινόρε — αντιπατριωτικός — καρδιομεγαλία — κριτικός — σπιούνος — επιλύω — ριπάς — ξάφνου — διαφεύγω — επιβίβαση — Καυκάσιος — τολμηρά — αχερένιος — αλεξιβρόχιο — αναπηνιστής — σχολαστικισμός — εφευρίσκομαι — πολύφωτος |
|||