Новогреческий словарь
λύξα
λύξα
η
волчица
(тж. о женщине)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
волчица
? —
λύξα
как с
(ново)греческого
переводится слово
λύξα
? — волчица
#
(ново)греческий словарь
—
ψυχοπαιδαγωγικός
—
πετιμέζι
—
διπλοχαιρετώ
—
φιλοπότης
—
αδιαμέτρητος
—
πέλαγος
—
ανερμάτιστος
—
ασκί
—
ισιάδα
—
δούρος
—
πιστοποίηση
—
χαμούρα
—
ξεχωρίζω
—
καταδολίευσις
—
πνικτικός
—
γλυπτική
—
εκτελώνιση
—
κλιματολογικός
—
λάτεξ
—
κρατήρας
—
εκπιέζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве