Новогреческий словарь
συγκεντρωτισμός
συγκεντρωτισμός
централизм
;
δημοκρατικός ~ — демократический централизм
;
υπέρμετρος ~ — чрезмерный централизм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
централизм
? —
συγκεντρωτισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
συγκεντρωτισμός
? — централизм
#
(ново)греческий словарь
—
δίφανα
—
ριζιμιός
—
αρμεξιά
—
μακροτάξιδος
—
βωλογύρισμα
—
δίκαιο
—
τετράπατος
—
μέλιγος
—
αυτοβιογράφος
—
πλείστος
—
υποτίθεται
—
επικυρίαρχος
—
καινοτομία
—
ματθιόλη
—
πλεκτική
—
αναδόμηση
—
αριφνησιά
—
νικέλιο
—
υπολογιστής
—
κρησαρίστρα
—
λιθιά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве