|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παροδικώς? — — πλους — γητεύτρα — γαρυφαλλέλαιον — κριάρι — παραλίδισσα — κουβεντιάζω — συναρμολόγηση — αποθαυμάζω — έμπνευση — αναφαντός — πεντάδραχμο — βίβλος — σχιστότης — σουσαμόλαδο — κραδαντήρας — δημοσιολογία — γλύφανο — αρχαιομαθής — τροκάνα — γούζω — ουσιαστικοποιώ |
|||