Новогреческий словарь
μεγαλούτσικος
μεγαλούτσικ|ος
довольно большой, порядочный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
довольно большой
? —
μεγαλούτσικος
как на
(ново)греческом
будет слово
порядочный
? —
μεγαλούτσικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
μεγαλούτσικος
? — довольно большой, порядочный
#
(ново)греческий словарь
—
κτερίσματα
—
σεληνογράφος
—
διάφραγμα
—
λευκοσιδηρουργός
—
χεροκρατιέμαι
—
ακατακύρωτος
—
έναρθρος
—
ασυγυρισιά
—
βαμβακόψειρα
—
Αγάθοπος
—
δραγόνος
—
μαρουλοφυλλο
—
λαχανοζούμι
—
καροτο
—
κατάντημα
—
τσουλούφι
—
απροκοψιά
—
σκάνταλο
—
γαλανόλευκη
—
παρεκβατικότης
—
ναυκληρία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве