Новогреческий словарь
οφρύς
οφρύς
(-ύος) η уст.
бровь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бровь
? —
οφρύς
как с
(ново)греческого
переводится слово
οφρύς
? — бровь
#
(ново)греческий словарь
—
σκιαγράφηση
—
σκατένιος
—
αυτοτοξίνωση
—
παραστρατώ
—
γουνοφόρος
—
φρόνημα
—
αρωματοποιία
—
ηχοβόλισις
—
ψωμοτρώγω
—
στρατολάτης
—
λεβεντιά
—
αντιλάμπω
—
χάσιμο
—
ασυλλογιτία
—
αγευμάτιστος
—
αψυχαγώγητος
—
μαστορική
—
σπαρτιάτικα
—
κλαψοπαναγιά
—
ζαχαροζυμωμένος
—
φελλένιος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве