Новогреческий словарь
ενδοπνευμονικός
ενδοπνευμονικός
мед.
внутрилёгочный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
внутрилёгочный
? —
ενδοπνευμονικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδοπνευμονικός
? — внутрилёгочный
#
(ново)греческий словарь
—
αυνανισμός
—
αϋφαντάκος
—
μουσικοκριτική
—
μαντηλούσα
—
αμμοθήκη
—
επικράτηση
—
αλγερινός
—
εξάωρο
—
αναπίπτω
—
δέκαθλον
—
παραθαλάσσιος
—
παντρεμένος
—
αξινος
—
εντέλλομαι
—
ολοκλήρωση
—
αστασίαστος
—
αστόχαστα
—
υπερασπιστής
—
απειροστό
—
μπατίρω
—
δεκατρείς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве