|
ο конспирация #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конспирация? — συνωμοτισμός как с (ново)греческого переводится слово συνωμοτισμός? — конспирация — καθυπόταξη — εμβατήριο — ανθυπορύσσω — σπάταλος — αυτοκυβερνώμαι — λωλαίνομαι — αεροπέδη — συμφοιτήτρια — ενορίτισσα — αυτοσυγκράτηση — μυς — εξουσιοδοτημένος — κουλλαίνω — αμεροληψία — παραχαραγμένος — λουκουματζίδικο — κολλιέ — χαλκοτυπικός — δραχμοβίωτος — ακέφαλος — ξελέκιασμα |
|||