Новогреческий словарь
ασφούγγηχτος
ασφούγγηχτ|ος
не вытертый
(платком, полотенцем, тряпкой)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
не вытертый
? —
ασφούγγηχτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ασφούγγηχτος
? — не вытертый
#
(ново)греческий словарь
—
μοναξιά
—
βεβαίως
—
αντιπαραδίδω
—
κρουνός
—
υψηλός
—
βαναυσότητα
—
παραγράφω
—
βορίζει
—
ατμοκινητήρας
—
ραδιοηλεκτρισμός
—
μπιζάρισμα
—
αποτόνωσις
—
ξυλαγκάθα
—
ασούφρωτος
—
ψαλτικός
—
νηματουργία
—
ξεχείλωμα
—
παραποίηση
—
ζυγόθυρο
—
χασικλής
—
ναυαρχικο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве