Новогреческий словарь
παγκοσμιοποιημένος
παγκοσμιοποιημένος
глобализированный
(?)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
глобализированный
? —
παγκοσμιοποιημένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
παγκοσμιοποιημένος
? — глобализированный
#
(ново)греческий словарь
—
λάκκωμα
—
μαλαματοκαπνίζω
—
μορτάκι
—
τρεχάτος
—
μετασταθμεύω
—
αδημονία
—
οπερέττα
—
πολυκάνδηλο
—
ισόχρονος
—
οινοπνευματόμετρο
—
δουλογνώμων
—
πατατούκα
—
τύμπανο
—
αψηλομύτης
—
βίωμα
—
δίαρχία
—
ευσπλαχνικός
—
δυσπιστώ
—
προπηλακιστής
—
άφεριμ
—
ελεφαντοκόλλητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве