Новогреческий словарь
παρέσχον
παρέσχον
αόρ. от παρέχω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
παρέσχον
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κονίαση
—
λεοπάρδαλη
—
ακλήρωτος
—
μισθοδότης
—
αυθημερόν
—
ελευθέρωμα
—
ντερβένι
—
εκλογέας
—
φεγγαροπρόσωπος
—
αγροφύλαξ
—
επήλθα
—
περιστρέφω
—
φατριασμός
—
αργόβιος
—
νάρκισσος
—
ισοκράτημα
—
αγγελοειδής
—
χρυσελεφάντινος
—
ιεράρχης
—
καταιονισμός
—
ζαλικώνομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве