|
η бот. дымянка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дымянка? — φουμαρία как с (ново)греческого переводится слово φουμαρία? — дымянка — καμπανιστός — προβιβάζομαι — χαλκοχυτικός — δημοπρατώ — εκασταχού — ακατακρήμνιστος — ατζαμής — σπληνίο — υδροσκόπος — Αθήνα — αλμανάκ — αγαθοποιία — μνημοτεχνική — ευκλείζω — γλαρός — αμυνόμενος — ψυχοπαραδίνω — τραγικοκωμικός — προεδρείο — κανάκια — βαρύμαγκας |
|||