|
обесчещивание, опозоривание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обесчещивание? — πόμπιασμα как на (ново)греческом будет слово опозоривание? — πόμπιασμα как с (ново)греческого переводится слово πόμπιασμα? — обесчещивание, опозоривание — ογκόλιθος — κτυποκάρδι — σακχαρώνω — Αγγλοσάξωνας — συλλοβόγριφος — αναφτερούγιασμα — περίλαμπρος — διαρκής — αρράγιστος — δροσιστικά — παρέχω — τρυφηλός — γαλειά — ασβολώνω — αιμομίκτης — πιστοδοτώ — αφορισμός — ηλειακός — Φιλλανδός — ξηροστομία — νομαρχιακός |
|||