Новогреческий словарь
Σκωτσέζα
Σκωτσέζα
η
шотландка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шотландка
? —
Σκωτσέζα
как с
(ново)греческого
переводится слово
Σκωτσέζα
? — шотландка
#
(ново)греческий словарь
—
γερμάνιο
—
λευτεριά
—
αμινοξέα
—
θηροφύλακας
—
μοσκοβόλημα
—
αιμοβαμμένος
—
κοσμητικόν
—
αστρατολόγητος
—
ενοφθαλμισμός
—
καϊκτσής
—
έκσταση
—
παράπλους
—
παραφροσύνη
—
υποτείνουσα
—
φθόρι
—
λαπαδιασμένος
—
εμπόδιση
—
στριφτός
—
διαβροχή
—
ανεγκαινίαστος
—
μπράβος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве